Η υλοποίηση της μόνιμης αυτής έκθεσης του Ιστορικού Μουσείου Αλεξανδρούπολης, όραμα ζωής για τον Πρόεδρο του Συλλόγου Αρχαιοφίλων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς Νίκο Πινάτζη, πραγματοποιήθηκε με τη χρηματοδότηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ροδόπης – Έβρου και του Δήμου Αλεξανδρούπολης, υστέρα από προγραμματική σύμβαση που υπέγραψαν πριν από τρία περίπου χρόνια.
Αριστερά η Αντιπεριφερειάρχης Έβρου κ. Γωγώ Νικολάου και δεξιά ο Καθηγητής του Δ.Π.Θ. και επικεφαλής της ομάδας εργασίας κ. Κωνσταντίνος Χατζόπουλος.
Όπως τονίστηκε από τους ομιλητές, η διατήρηση της ιστορικής μνήμης, της Αλεξανδρούπολης του χθες, αποτελεί ένα από τους στόχους της δουλειάς. Έγιναν καταγραφές της ιστορικής μνήμης. Και το Μουσείο δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται. Υπάρχουν σημεία που έχουν προβλεφθεί για να υποδεχθούν και νέο για αξιοποίηση υλικό. Δηλαδή έγινε δουλειά σε βάθος και με προοπτική μεγάλη. Μαζί με το άνοιγμα του Μουσείου είναι βέβαιο ότι θα ανοίξουν και τα σεντούκια και οι παλιές βιβλιοθήκες των Αλεξανδρουπολιτών. Και ουσιαστικά τα εγκαίνια της λειτουργίας του αποτελούν την έναρξη της προσπάθειας της καταγραφής και παρουσίασης της ιστορίας της πόλης και όχι το τέλος αυτής.
Από τις προσφωνήσεις των επισήμων. Αριστερά ο Υφυπουργός Εσωτερικών Γιώργιος Ντόλιος και δεξιά ο Δήμαρχος Αλεξανδρούπολης κ. Βαγγέλης Λαμπάκης. Δίπλα τους παρακολουθεί ο οικοδεσπότης Πρόεδρος του Συλλόγου Αρχαιοφίλων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς Έβρου και εμπνευστής του όλου έργου Νίκος Πινάτζης.
Στα εγκαίνια παρέστησαν και απηύθυνα χαιρετισμό οι Μητροπολίτης Αλεξανδρούπολης Άνθιμος, ο Υφυπουργός Εσωτερικών Γιώργος Ντόλιος, η Βουλευτής Έβρου Όλγα Ρενταρή - Τέντε, η Αντιπεριφερειάρχης Έβρου Γωγώ Νικολάου, ο Στρατηγός Διοικητής της ΧΙΙ Μεραρχίας, ο πρώην Πρόεδρος της Διευρυμένης Αυτοδιοίκησης Ροδόπης Έβρου Γιώργος Μηνόπουλος, ο πρώην Δήμαρχος Αλεξανδρούπολης Γιώργος Αλεξανδρής (οι δύο τελευταίοι μαζί με τον πρώην Νομάρχη Έβρου Νίκο Ζαμπουνίδη υπέγραψαν την προγραμματική σύμβαση για τη χρηματοδότησης της δημιουργίας του Ιστορικού Μουσείου) ο σημερινός Δήμαρχος της πόλης Βαγγέλης Λαμπάκης, αντιδήμαρχοι, εκπρόσωποι τοπικών φορέων κ.λ.π.
Στο ισόγειο του κτιρίου συγχρόνως με τα εγκαίνια του Ιστορικού Μουσείου λειτουργούσε και έκθεση τεκμηρίων με τίτλο «Αδριανούπολη: Τόπος και Πρόσωπα» το υλικό της οποίας προέρχεται από τις συλλογές Χριστόδουλου Αδαμαντίδη, Βασίλη Αιβαλιώτη, Πανελλήνιου Κέντρου Θράκης και Μιχάλη Πατέλη. Επίσης από τον Πρόεδρο του Συλλόγου Νίκο Πινάτση ανακοινώθηκε ότι έχει προγραμματισθεί τον Σεπτέμβριο στον ημιώροφο του κτιρίου του Συλλόγου να εκτεθεί η συλλογή της Ελένης Φιλιππίδη, που έχει παραχωρηθεί στο Σύλλογο, με τα εκατοντάδες εκθέματα που αναφέρονται κυρίως στη ζωή των Σαρακατσαναίων.
Με την ευκαιρία αυτή να θέσουμε και ένα ερώτημα: Ποια μπορεί να είναι η χρησιμότητα των ιστορικών μουσείων και των αρχείων ενός τόπου ή μιας πολιτείας; Ξοδεύονται μεγάλα ποσά για τη δημιουργία τους αλλά και τη λειτουργία τους μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει κάποιους φιλότεχνους και «μανιακούς» με την ιστορία; Ή απλά για να αποτελεί ένα άλλοθι πρόσκλησης τουριστών; Είναι πιθανό να απευθύνονται στο σύνολο του λαού ή μόνο σε μια μερίδα αυτού; Αν κάποιος προσπαθήσει να δει με προσοχή τη λειτουργία των μουσείων αυτών και των αρχείων, τότε θα ανακαλύψει ότι μέσα σ΄αυτά φωλιάζει η μνήμη ενός λαού, ενός έθνους αλλά και διαφορετικών πληθυσμών που είναι συγκεντρωμένοι σε ένα (τον ίδιο) τόπο ή έχουν ζήσει και δημιουργήσει διαδοχικά στον ίδιο τόπο. Φωλιάζουν τα ήθη και έθιμα, οι παραδόσεις, η καταγωγή, η κουλτούρα και τελικά διαχρονικά η ίδια η ψυχή αυτού του λαού ή των λαών που έζησαν σ΄ αυτόν το τόπο! Μπορούμε, αν επισκεφθούμε ένα μουσείο ή αν συμβουλευτούμε ένα αρχείο, να δούμε την πορεία των ανθρώπων που ζουν ή που έχουν ζήσει σε ένα μέρος. Αποτελούν ουσιαστικά τα κύτταρα μιας επιστημονικά τεκμηριωμένης ιστορικής καταγραφής που είναι ένα μέρος της ίδιας της δικής μας ζωής. Η έλλειψη αυτών των οργανισμών ουσιαστικά καταργεί τη μνήμη, σπάει τη ροή της ιστορίας στη μέση, σκοτώνει τον πολιτισμό ενός λαού και εκμηδενίζει την κληρονομιά του. Ουσιαστικά και πρακτικά δημιουργούμε ανθρώπους άβολους και ανιστόριτους που θα καθοδηγούνται από συγκεκριμένα κέντρα πληροφοριών και θα ακολουθούν ένα δρόμο που έχει σχεδιαστεί όχι από αυτούς και τη παράδοσή τους αλλά από άλλους που έχουν σκεφτεί την παγκοσμιότητα σα μια ομοιογενοποίηση όλων των λαών, με απώτερο σκοπό το κέρδος που θα βγει από την επιβολή ενός επιβαλλόμενου τρόπου ζωής, και όχι σαν ένα σταυροδρόμι ιστορικών, πολιτισμικών και κοινωνικών δράσεων, διαφορετικών μεταξύ τους. Η πρώτη άποψη είναι καταστροφική, η δεύτερη παράγει ιδέες και γεννά το διαφορετικό και τελικά αναπτύσσει τον ανθρώπινο νου.
Αριστερά μια γωνιά του εκθεσιακού χώρου. Δεξιά άποψη από τα εγκαίνεια με τον πρήν Δήμαρχο Αλεξανδρούπολης Γιώργο Αλεξανδρή στη πρώτη σειρά.
Όλες αυτές οι σκέψεις προκύπτουν από το δεδομένο ότι η πόλη αυτή από την γέννησή της και για πάρα πολλά χρόνια αποτελούσε κέντρο συνάντησης πολλών λαών και πολιτισμών. Ήταν η πιο πολιπολιτισμική πολυεθνική πόλη του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα. Και μέσα από αυτό το ιστορικό μουσείο της πόλης θα παρακολουθήσουν, κυρίως οι νέοι κάτοικοί της, την αρμονική συμβίωση και τη δημιουργία πλούτου και πολιτισμού από την συνύπαρξη των Οθωμανών, Αρμενίων, Φραγκολεβαντίνων, Εβραίων και Χριστιανών που έφθασαν σ΄ αυτόν τον τόπο από τα τέσσερα άκρα του Ελληνισμού. Θα διαπιστώσουν ότι η γεωστρατηγική θέση ενός τόπου μπορεί να είναι πλούτος και αιτία δημιουργίας, όπως αυτό προκύπτει από την ύπαρξη στο τόπο αυτό κατά περιόδους εννιά προξενείων, πολλών ναυτιλιακών και ναυτασφαλιστικών γραφείων και εμπορικών πρακτορείων, παραρτήματα και υποκαταστήματα πολλών ξένων τραπεζών και μεγάλων εταιριών καθώς και πολλών σχολείων και εκκλησιών διαφόρων γλωσσών και θρησκειών. Αλλά και το πόσο εύκολα μπορεί ο ίδιος τόπος να γίνει χώρος σκληρών ανταγωνισμών και διεκδικήσεων που έχουν σαν αποτέλεσμα πολέμους, καταστροφές, προσφυγιές, μαρασμό και τόσα άλλα δεινά. Και όλα αυτά μόνο με μια περιήγηση και ξενάγηση στο υλικό ενός τέτοιου μουσείου, όπως αυτό που εγκαινιάσθηκε στη πόλη. Και επί πλέον μπορεί (και πρέπει) να αποτελέσει ένα εργαστήριο συνεχούς έρευνας και ανακάλυψης και νέων στοιχείων που θα τεκμηριώνουν άγνωστα ή γνωστά μεν αλλά ατεκμηρίωτα μέχρι τώρα γεγονότα και καταστάσεις του παρελθόντος ή ανακάλυψης νέων τέτοιων στοιχείων.