Στις 19 Μαϊου 1995 στο Δημοτικό Θέατρο Αλεξανδρούπολης, ο αείμνηστος Δήμαρχος Ηλίας Ευαγγελίδης και η Ένωση Παλαιών Προσκόπων Αλεξανδρούπολης τίμησε τους ανωτέρω σε ειδική τελετή. Στις εκδηλώσεις αυτές δεν παρέστη ο Παναγιώτης Καλφούδης, λόγω προβλημάτων υγείας. Στα πλαίσια των ιδίων εκδηλώσεων πραγματοποιήθηκε στην τοπική τηλεόραση στις 12 Μαΐου 1995 ειδική εκπομπή με τον δημοσιογράφου Δημοσθένη Δούκα, στην οποία οι Αθανάσιος Μανιάς και Αθανάσιος Κριτού διηγήθηκαν πως βίωσαν οι ίδιοι την εποχή της απελευθέρωσης της πόλης.
Πως βίωσε τα γεγονότα ο Αθανάσιος Μανιάς
«………Μεταξύ των μέτρων που πήρε ο Βαμβακάς για τον σκοπό αυτό (επαναπατρισμό των προσφύγων Ελλήνων στη Θράκη), ήταν η ίδρυση προσκοπικών ομάδων σε όλες τις πόλεις της Θράκης και φυσικά στο δικό μας τότε Δεδέαγατς. Η προσκοπική μας ομάδα με τις συχνές εξόδους και τις εκδρομές, με ξεδιπλωμένη την ελληνική προσκοπική σημαία, με τις σάλπιγγες και τις τυμπανοκρουσίες, παρελαύνοντας στους κεντρικούς δρόμους της πόλης και τραγουδώντας τα θούρια και τα εμβατήρια της εποχής εκείνης …..προκαλώντας έτσι ρίγη συγκίνησης και ενθουσιασμού στους κατοίκους της πόλεως, οι οποίοι προ λίγου καιρού είχαν υποστεί όλη τη βαρβαρότητα και τις καταπιέσεις της Βουλγαρικής κυριαρχίας. Αυτό τόνιζε με έμφαση την ελληνικότητα της Θράκης και δημιουργούσε ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο…….».
Σε τι βαθμό φθάσατε στον Προσκοπισμό;
«…..Εγώ δεν έμεινα και πολύ γιατί έφυγα το 22, όσο ήμουνα στον προσκοπισμό ήμουν αρχηγός της ομάδας, δηλαδή ενωμοτάρχης. Ο Γεώργιος Φίντζος, ήταν ο δάσκαλός μας στο δημοτικό σχολείο και μας έκανε γυμναστική μουσική και ήταν ο αρχηγός όλων των Προσκόπων….»
Πριν από την απελευθέρωση, στις 13 Μαΐου 1920 τι γινόταν;
«…..Καθόμουνα στο σπίτι που κάθεται σήμερα ο Αθανάσιος Χριστοδούλου, στην οδό Παλαιολόγου, ένα διώροφο παλιό σπίτι, δίπλα στο σημερινό ξενοδοχείο «Αθήνα». Εκεί καθόταν ο Ματζίδης, παλιός κάτοικος του Δεδέαγατς και έμπορος, ήταν συνεταίρος του πατέρα μου στον επαναπατρισμό. Όχι, δεν το περιμέναμε. Η έλευση των Ελληνικών στρατευμάτων ήταν εντελώς ξαφνική. Θα σας πω γιατί; Ο Βενιζέλος αγωνιζόταν, όπως σας είπα, στο συνέδριο της ειρήνης, επικαλούμενος τις ένδοξες και λαμπρές νίκες του Ελληνικού στρατού και τη συμβολή του στην έκβαση του τελικού αποτελέσματος του πολέμου υπέρ των συμμάχων. Επικαλούμενος την ελληνικότητα της περιοχής αυτής, αξίωσε από τους συμμάχους την απόδοση της Θράκης στην Ελλάδα, εξαντλώντας όλες του τις διπλωματικές ικανότητες και τα ευφυή επιχειρήματά του για τα οποία εθαυμάστη στα συνέδρια της ειρήνης και δεχθεί πολλές φορές τα συγχαρητήρια των συνέδρων. Τα αποτελέσματα του αγώνα του δεν άργησαν να φανούν, επέτυχε τον γαλλικό στρατό της διασυμμαχικής κατοχής να αντικαταστήσει ο ελληνικός στρατός, ως στρατός διασυμμαχικής κατοχής πάλι……».
«…….Ένα πρωί, στις 13 Μαΐου του 1920, ημέρα Τετάρτη, μας έστειλαν από το σχολείο στα σπίτια μας να βάλουμε τις προσκοπικές μας στολές, προκειμένου να παραστούμε σε μια τελετή υποστολής της γαλλικής σημαίας και της έπαρσης της ελληνικής. Συγκεντρωθήκαμε στο προαύλιο του σχολείου μας, συνταχθήκαμε πρόσκοποι και από εκεί με βήμα καμαρωτό, ζωηροί, ευθαλείς, (ήμασταν καμιά πενηνταριά), με αδιάκοπα σαλπίσματα και τυμπανοκρουσίες, με βήμα καμαρωτοί πορευθήκαμε προς το ταχυδρομείο το σημερινό, το οποίο τότε ήταν το διοικητήριο των διασυμμαχικών δυνάμεων κατοχής. Εμπρός από το διοικητήριο αυτό και σε μια απόσταση 6-7 μέτρων υπήρχε ένας πανύψηλος ιστός πάνω στον οποίο κυμάτιζε η τρίχρωμη σημαία της Γαλλίας. Τέσσερα - πέντε βήματα μετά από τον ιστό αυτό ήταν παραταγμένο ένα απόσπασμα του γαλλικού στρατού, αποικιακού γαλλικού στρατού, από Σενεγαλέζους. Στο αριστερό της παρατάξεως αυτής, μεταξύ μάλλον του αριστερού της παρατάξεως και της γωνίας του κτιρίου είχαν παραταχθεί καμιά δεκαπενταριά Έλληνες χωροφύλακες και οι επίσημοι τότε της πόλης, ο δήμαρχος, ο δεσπότης, οι εκπαιδευτικοί, οι προϊστάμενοι και οι υπάλληλοι των υπηρεσιών της διασυμμαχικής κατοχής. Στην ανατολική πλευρά μεταξύ του δεξιού της παρατάξεως της στρατιωτικής δυνάμεως και της δυτικής γωνίας του κτιρίου είχε παραταχθεί η προσκοπική μας ομάδα. Αμέσως μετά το πέρας αυτής της παρατάξεως, βγήκε από το κτίριο ο διοικητής των δυνάμεων, Γάλλος αξιωματικός, διοικητής των διασυμμαχικών δυνάμεων κατοχής, συνοδευόμενος από τους επιτελείς του. Και υπό τους ήχους των σαλπίγγων, την παρουσίαση όπλων εκ μέρους του στρατιωτικού αποσπάσματος και των χωροφυλάκων και κοντών από την ομάδα μας. Και ενώ ο Γάλλος διοικητής και οι περί αυτόν αξιωματικοί, σε στάση προσοχής, χαιρετούσαν συντεθλιμμένοι, έγινε η υποστολή της γαλλικής σημαίας. Με την ίδια ακριβώς διαδικασία ακολούθησε η έπαρση της ελληνικής σημαίας. Μετά το πέρας της σύντομης αυτής τελετής, τα τμήματα αποχώρησαν, οι επίσημοι αποχώρησαν. Και όταν εξαφανίσθηκαν όλοι, δεν ακούστηκαν ζητωκραυγές, δεν ακουστήκαν επευφημίες. Λαός δεν υπήρχε γιατί ήταν τόσο ξαφνικό. Αν και πληροφορήθηκα από τον Χαράλαμπο Καρυωτάκη ότι προ οκταημέρου ήταν γνωστή μια κάποια τέτοια κίνηση, επροετοιμάζοντο δηλαδή εδώ οι αρχές. Αλλά όλα αυτά ήταν απόρρητα, όχι απλά εμπιστευτικά. Αυτά έγιναν γύρω στις δέκα το πρωί…..».
«……Στις 13 Μαΐου δεν υπήρχε ελληνικός στρατός στη πόλη, μόνο 15 χωροφύλακες. Σύμφωνα με τις διαταγές των συμμάχων και τις οδηγίες του Στρατηγού Σαρπή, έπρεπε να αποχωρήσουν τα γαλλικά στρατεύματα πρώτα από τις θέσεις που κατείχαν στη Δυτική Θράκη και να επακολουθήσει η κατάληψη των θέσεων αυτών από τον ελληνικό στρατό εντός του επόμενου εικοσιτετραώρου. Οι Γάλλοι έφυγαν στις 13 και τότε έγινε η τελετή υποστολής της γαλλικής σημαίας και η έπαρση της ελληνικής. Εκείνο το βράδυ, η Αλεξανδρούπολη, το Δεδέαγατς τότε, έμεινε αφύλακτο διότι έφυγαν τα γαλλικά στρατεύματα, ελληνικός στρατός δεν υπήρχε και ήταν εκτεθειμένο στους κινδύνους προκρίσεως ταραχών από τους Κομιτατζήδες. Και για αυτό την ίδια μέρα συγκροτήθηκε μια ομάδα πολιτοφυλάκων από τους προκρίτους και τους πιο ενεργούς πολίτες της Αλεξανδρούπολης τότε, οι οποίοι όλο εκείνο το βράδυ φύλαγαν όλα τα κύρια σημεία της πόλεως και ιδιαίτερα τη μάνα του νερού όπως τη λέγαμε τότε, το υδραγωγείο για να αποτρέψουν τον κίνδυνο δηλητηριάσεως των υδάτων. Φαντάζεστε την απορία μου, όταν στις 14 το πρωί είδα τον πατέρα μου να επιστρέφει με το «μάλιχερ» στο χέρι και τα «αποσικλίκια» στο στήθος. Αυθόρμητα οργανώθηκαν οι πολιτοφύλακες για να μη μείνει ένα βράδυ αφύλακτη η Αλεξανδρούπολη και κινδύνευε από τους κομιτατζήδες, οι οποίοι γύρευαν ευκαιρία για να δημιουργήσουν προβλήματα στην Ελληνική διοίκηση.».
«……Από τα ξημερώματα, στη θάλασσα μπροστά στο λιμενίσκο τότε του Δεδέαγατς, κατέπλευσε η νηοπομπή η οποία μετέφερε από τον κόλπο των Ελευθερών την μεραρχία υπό τον στρατηγό Μαζαράκη – Αινιάν και άρχισε η αποβίβαση σε μια προβλήτα που είχε ετοιμαστεί προ ολίγων ημερών. Για αυτό λέμε ότι ήταν ίσως γνωστή στους επισήμους, ότι κάτι θα συνέβαινε εκείνες τις ημέρες. Είχε προετοιμασθεί η προβλήτα αυτή από τον διοικητή μηχανικού των δυνάμεων της διασυμμαχικής κατοχής, τον μηχανικό Παπαλεονάρδο, τον οποίο είχε διορίσει ο Βαμβακάς στη θέση αυτή προ καιρού μαζί με τους άλλους Έλληνες υπαλλήλους που διόρισε στις υπηρεσίες της διασυμμαχικής κατοχής. Κυρίως για την αποβίβαση του πυροβολικού και των οχημάτων της μεραρχίας. Στην παραλία είχε συγκεντρωθεί βέβαια κόσμος, ο οποίος, ενθουσιώδης και χαρούμενος, παρακολουθεί την αποβίβαση του στρατού, ο οποίος, όπως είπε ο Θανάσης Κριτού, δεν έμεινε στην Αλεξανδρούπολη, αλλά προωθήθηκε προς το εσωτερικό για να καταλάβει άλλα επίκαιρα σημεία της σιδηροδρομικής γραμμής προς πόταμο, Φέρετσικ κ.λ.π.
«……..Ήρθαμε στην Αλεξανδρούπολη, παραμονή Χριστουγέννων του 1919. Οι οικογένειες μας τότε έκαναν μέσα σε 4-5 χρόνια 2 και 3 φορές πρόσφυγες και ξέρετε τι θα πει προσφυγιά. Να εγκαταλείπεις τα πάντα και να ξαναδημιουργείς οικογένεια απ΄ την αρχή. Όταν έγινε ο δεύτερος Βαλκανικός πόλεμος πήρανε οι Βούλγαροι από την Μάκρη και την Αλεξανδρούπολη όλους τους άρενες ως ομήρους. Οι μεν Μακρινοί φύγανε όλοι πλην δύο. Ο ένας ο Δημήτριος Πιάουζερ ο οποίος τους ήξερε καλά γιατί είχε υπηρετήσει στον Μακεδονικό αγώνα, κρύφθηκε και ο πατέρας του Αντώνη Γούδα, που τον είχαν κρύψει και αυτόν οι Τούρκοι. Όλους τους άλλους τους πήραν όμηρους. Και από την Αλεξανδρούπολη πήραν πολλούς, όσους δεν είχαν να πληρώσουν, γιατί βρήκαν την ευκαιρία να πλιατσικολογήσουν. Όποιον έβλεπαν ότι ήταν πλούσιος του ζητούσαν 200 λίρες για να απαλλαγή. Άλλοι που ήταν φτωχότεροι έδιναν 200 γαλλικά φράγκα. Ευτυχώς Αλεξανδρουπολίτες έφυγαν πολύ λίγοι. Αυτοί (οι όμηροι) πήγαν στη Βουλγαρία και όταν υπογράφηκε η συνθήκη του Βουκουρεστίου στις 10.8.1913 και επιδικάσθηκε η Θράκη στη Βουλγαρία τους άφησαν ελεύθερους. Επειδή η Θράκη επιδικάσθηκε στους Βουλγάρους πάλι, η Ελλάδα έστειλε πλοία και σήκωσε όλο τον πληθυσμό και από την Μάκρη και από την Αλεξανδρούπολη και από όλα τα παράλια μέχρι την Μαρώνεια. Εμείς από την Μάκρη και την Αλεξανδρούπολη πήγαμε στη Σαμοθράκη και κατασκηνώσαμε στη Παλαιάπολη. Εκεί ήρθαν και οι γονείς μας και μας βρήκαν. Από εκεί άλλοι πήγαν στη Λήμνο και υπέστησαν ακόμη μία προσφυγιά. Εμείς πήγαμε στη Θεσσαλονίκη. Ξαναγυρίσαμε και μας κάνανε δεύτερο διωγμό. Πήγαμε στη Καβάλα, όπου καθίσαμε δύο χρόνια. Από τη Καβάλα φύγαμε στις 30.8.1916. Την επομένη μπήκαν οι Βούλγαροι. Μπήκαμε σε ένα ιστιοφόρο και πήγαμε στη Θάσο και από εκεί στη Θεσσαλονίκη…….»
«......Πρόσκοποι ήταν όλοι οι μαθητές του Γυμνασίου και οι μαθητές του Δημοτικού. Εγώ πιστεύω ότι η ίδρυση του Προσκοπισμού προηγήθηκε της ιδρύσεως του Γυμνασίου. Γιατί Δημοτικό Σχολείο είχε ανοίξει και λειτουργούσε από τον δάσκαλο Αθανάσιο Σπανό. Όταν ήρθαμε λειτουργούσε Δημοτικό Σχολείο. Ο Κωνσταντίνος Λαγουμιτζάκης είχε διοριστεί Επιθεωρητής Δημοτικής Εκπαίδευσης. Αυτουνού ιδέα ήταν να ιδρυθεί ο Προσκοπισμός στην Θράκη….».
Στο σημείο αυτό παρεμβαίνει ο Αθανάσιος Μανιάς και λέει:
«Ο γιος του Αθανάσιου Σπανού, ο οποίος είναι 90 χρόνων, με τον οποίο επικοινωνώ, μου έλεγε ότι στη Σαμοθράκη λειτούργησε (ο Προσκοπισμόις) από το 1917».
«……Ο Λαγουμιτζάκης βρήκε τον κατάλληλο άνθρωπο να προάγει τον Προσκοπισμό στο πρόσωπο του Γεωργίου Φίντζου. Ήταν δάσκαλος στο Δημοτικό Σχολείο και Γυμναστής και Μουσικός. Ήταν αξιωματικός του Ελληνικού στρατού, Ανθυπολοχαγός και ήρθε εδώ απεσταλμένος από κάτω και έκανε τον Δάσκαλο, με αποστολή να δημιουργήσει την υποδομή στην νεολαία, πριν από την απελευθέρωση, για να ετοιμάσει το έδαφος….».
«…Είχαμε φοιτήσει το πρώτο τρίμηνο του σχολικού έτους 1919-1920 στο Γαλλικό σχολείο. Ήρθαμε εδώ και περιμέναμε να λειτουργήσει Γυμνάσιο, αλλά δεν έγινε τίποτε και αναγκασθήκαμε να γραφτούμε στη Γαλλική Σχολή, που ήταν ο Πατέρας Γκαϊτάρ της Καθολικής Εκκλησίας. Εκεί όμως φοιτούσαν και τα παιδιά των Βουλγάρων, γιατί οι Βούλγαροι δεν είχαν φύγει. Ήταν διασυμμαχική κατοχή και κατείχαν όλες τις υπηρεσίες. Κάθε μέρα γινότανε καυγάδες μεταξύ των Ελλήνων και των Βουλγάρων μαθητών. Ευτυχώς είχα συμμαθητή τον Κόμνο τον Σαβγαλή, ψιλός, γερός, λεβεντόπαιδο και τον Λιλή τον Λεονταρίδη, που ήταν αθλητές και τον Πασχάλη τον Μαστράφη, γερό παιδί και αυτός. Και παρ΄ όλο που έτρωγαν (οι Βούλγαροι) ξύλο κάθε μέρα δεν υποχωρούσαν. Είχαν θράσος μέσα τους και απορούσαμε από πού αντλούσαν το θάρρος αυτό. Οπότε βαρεθήκαμε γιατί είχε γίνει η ζωή μας αβίωτη, και πήγαμε στον Σπανό τον Δάσκαλο και τον παρακαλέσαμε να φροντίσει να ιδρυθεί και εδώ Γυμνάσιο γιατί βλέπαμε ότι θα χάσουμε την χρονιά. Και πράγματι, ο καλός εκείνος ο Δάσκαλος, ενημέρωσε αμέσως τις Ελληνικές αρχές. Προηγουμένως είχαν ιδρυθεί Γυμνάσια στην Ξάνθη και την Κομοτηνή. Και η μεν Ξάνθη είχε 6 μαθητές η δε Κομοτηνή 7. Μόλις ιδρύθηκε εδώ Γυμνάσιο όλοι αυτοί φοίτησαν τελικά στο Γυμνάσιο Δεδέαγατς όπου μεταφέρθηκαν. Ιδρυθήκαν δύο οικοτροφεία και δόθηκε δωρεάν σήτιση. Το Δεδέαγατς συγκέντρωσε 67 μαθητές Γυμνασίου μαζί με τους μαθητές από το Διδυμότειχο, Σουφλί, Φέρες και Σαμοθράκη…….».
1η: 14. Μαΐου 1995. Ο Έφορος Προσκόπων Αν. Μακεδονίας-Θράκης Στάθης Πολυχρονιάδης και ο Περιφερειακός Έφορος Προσκόπων Θόδωρος Ορδουμποζάνης έχοντας στη μέση τα τιμώμενα πρόσωπα Αθανάσιο Μανιά και Αθανάσιο Κριτού.
2η : 19 Μαϊου 1995. Ο Δήμαρχος της πόλης Ηλίας Ευαγγελίδης με τα τιμώμενα πρόσωπα Αθανάσιο Κριτού στα αριστερά του και Αθανάσιο Μανιά στα δεξιά του. Παραπλεύρως ο Περιφερειακός Έφορος Προσκόπων Αλεξανδρούπολης Θόδωρος Ορδουμποζάνης και ο Πρόεδρος της Επιτροπής Παλαιών Προσκόπων Αλεξανδρούπολης Σταμάτης Πολυμερούδης.
3η: 14 Μαΐου 1995. Ο Έφορος Προσκόπων Αν. Μακεδονίας Θράκης Στάθης Πολυχρονιάδης παρασημοφορεί εκ μέρους του Σ.Ε.Π. τον Πρόσκοπο του 1920 Αθανάσιο Μανιά
4η : 14. Μαΐου 1920. Ο Χαρίσης Βαμβακάς με τον Στρατηγό Ζυμβρακάκη επιθεωρεί άγημα Προσκόπων στην Κομοτηνή.
5η : Άνοιξη του 1920. Η πρώτη προσκοπική ομάδα του Δεδέαγατς με τον Αρχηγό της Γεώργιο Φίτσιο στο μέσον και τους Υπαρχηγούς Νίκο Πρωτόπαπα και Γεώργιο Κολοζώφ.
6η : Πάσχα του 1920. Πρόσκοποι και Αρχές του Δεδέαγατς ψήνουν αρνιά πίσω από την Μητρόπολη.
7η : Άποψη του Δεδέαγατς λίγο πριν την απελευθέρωσή του.
8η : Πρωί της 13ης Μαΐου 1920. Η Προσκοπική ομάδα του Δεδέαγατς συντεταγμένη έξω από το Σχολείο στον αυλόγυρο της Μητρόπολης, λίγο πριν ξεκινήσει για να αποδώσει τιμές στην έπαρση της Ελληνικής Σημαίας μπροστά στο Διασυμμαχικό Στρατηγείο (σημερινό ταχυδρομείο).
9η : 14η Μαΐου 1995. Αναπαράσταση της έπαρσης της Ελληνικής σημαίας εβδομήντα πέντε (75) χρόνια μετά από τους επιζώντες προσκόπους του 1920 Αθανάσιο Κριτού και Αθανάσιο Μανιά.
10η : Ο Αρχηγός της πρώτης προσκοπικής ομάδας του Δεδέαγατς Γεώργιος Φίτσιος.
11η : Ιδιόγραφο επιστολικό σημείωμα του Γεωργίου Φίτσιου προς τον συμπολίτη μας και πατέρα του Προσκόπου Νικόλαου Καλογύρου Ιωάννη Καλογύρου «ως τεκμήριον ευγνωμοσύνης» σφραγισμένο με τις σφραγίδες που αναγράφουν «ΣΩΜΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΡΟΣΚΟΠΩΝ – ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ» και «ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ – 1η ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΚΟΠΩΝ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ».
12η : 13 Μαΐου 1920. Ο Στρατηγός Κωνσταντίνος Μαζαράκης – Αινιάν με τους επιτελείς του επάνω στο πλοίο «Μυκάλη» εν πλω προς το λιμάνι του Δεδέαγατς.
13η : 14 Μαΐου 1920. Ο Στρατηγός Κωνσταντίνος Μαζαράκης – Αινιάν χαιρετά το Προσκοπικό άγημα κατά την αποχώρησή του από την Μητρόπολη όπου είχε υπογράψει το Πρωτόκολλο απελευθέρωσης της πόλης.
14η : 14 Μαΐου 1995. Ο Έφορος Προσκόπων Αν. Μακεδονίας Θράκης Στάθης Πολυχρονιάδης παρασημοφορεί εκ μέρους του Σ.Ε.Π. τον Πρόσκοπο του 1920 Αθανάσιο Κριτού.
16η : Πιστοποιητικό της Περιφέρειας Δυτικής Θράκης του Σώματος Ελλήνων Προσκόπων που βεβαιώνει ότι ο Παναγιώτης Καλφούδης υπήρξε ενωμοτάρχης της Προσκοπικής ομάδας Δεδέαγατς για ένα έτος και τρεις μήνες.
17η : 14 Μαϊου 1920. Ο Στρατηγός Μαζαράκης χαιρετά τους κατοίκους του Δεδέαγατς από τον εξώστη της Μητρόπολης Δεδέαγατς.
Συγχαρητήρια για το άρθρο, τις πληροφορίες, τις φωτογραφίες. Εξαιρετική δουλειά, Βασίλης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητέ Βασίλη
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ για το σχόλιό σου. Στη διάθεσή σου να παρουσιάσουμε και άλλο υλικό. Εμείς πρέπει να γράψουμε την ιστορία μας και όχι οι ξένοι όπως θέλουν αυτοί.
Χαρίκλεια Σανδραβέλη Λαγουμιτζάκη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαίρομαι που διαβάζω τα τόσο σημαντικά πράγματα που επιτευθυκαν με τις προτροπές του νονου και θείου Κώστα Λαγουμιτζάκη. Ο Κ.Λαγουμιτζάκης ήταν δίδυμος αδερφός του πατέρα μου και σαν ανύπαντρος στη οικογένεια έγινε νονός μου.Εχω πολλές φωτογραφίες από την ζωή του εκει σαν πρόσκωπος Στη διαθεση σας στο email Vkytinos@otenet.gr