Παρασκευή 6 Μαρτίου 2020

Γερβάσιος Σαρασίτης (1922-1934)


Γερβάσιος Σαρασίτης (1922 - 1934 )
Ο εξ Αργυρουπόλεως του Πόντου πρώτος Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως


 Στις σημαντικότερες προσωπικότητες της  πόλης μας στην εκατονταετή ιστορία της , από την ενσωμάτωσή της στον Εθνικό κορμό το 1920 μέχρι σήμερα,  συγκαταλέγεται και  ο πρώτος Μητροπολίτης της ιδρυθείσης το 1922 αυτοτελούς Μητροπόλεως Αλεξανδρουπόλεως  Γερβάσιος (κατά κόσμον Γεώργιος) Σαρασίτης, και για τον οποίο πολύ λίγα είναι γνωστά στους κατοίκους της πόλης μας.  Και με την ευκαιρία του εορτασμού της συμπλήρωσης εκατό ετών από την ενσωμάτωση της πόλης στον Εθνικό κορμό, θα επιχειρήσουμε μια σύντομη αναφορά στη ζωή και το έργο αυτού του Μητροπολίτη.

 Φωτογραφία του Μητροπολίτη Γερβάσιου Σαρασίτη με ιδιόγραφη αφιέρωση και ημερομηνία  26.12.1925

Το Ιστορικό της ίδρυσης της Μητροπόλεως Αλεξανδρουπόλεως

Παρόλο που οι κάτοικοι του Δεδέαγατς επανειλημμένα ζητούσαν την μεταφορά της έδρας της Μητρόπολης από την Αίνο στην περιοχή τους, η Οθωμανική διοίκηση αποτελούσε τροχοπέδη με την άρνηση της. Με συνοδική όμως απόφαση επί Πατριαρχίας του Οικουμενικού Πατριάρχη Μελετίου Μεταξάκη, μετά τη συνθήκη των Μουδανίων και την απώλεια της Ανατολικής Θράκης, το Δεδέαγατς, με τη νέα του ονομασία πλέον ως  Αλεξανδρούπολη,  γίνεται στις 17 Νοεμβρίου 1922, έδρα αυτοτελούς μητρόπολης με την αιτιολογία: «… το εν τη Δυτική Θράκη τμήμα της επαρχίας Αίνου λόγω των πολιτικών συνθηκών, υφ ας τούτο νυν διατελεί εν σχέσει προς το εν τη Ανατολική Θράκη τμήμα της αυτής επαρχίας, το διατελούν υπό άλλας πολιτικάς συνθήκας και λόγω της συγκεντρώσεως και εγκαταστάσεως εκεί χιλιάδων ομογενών προσφύγων, έχει ανάγκην αμέσου και συνεχούς ποιμαντορικής προνοίας και επιβλέψεως, ενέκρινεν όπως αποσπώμενον εκ του εν τη Ανατολική Θράκη τμήματος της επαρχίας Αίνου και μετά κατάλληλον των ομόρων επαρχιών Μαρωνείας και Ξάνθης διαρρύθμισιν αποτελέση νέαν Μητρόπολιν υπό το όνομα Μητρόπολις Αλεξανδρουπόλεως, κατέχουσα θέσιν εν τη Β΄ στήλη του Συνταγματίου ευθύς προ της Μητροπόλεως Φιλαδελφείας».
Την ίδια ημέρα με την ανακήρυξη της νέας μητρόπολης, η Πατριαρχική Σύνοδος εξέλεξε ως  πρώτο Μητροπολίτης της νέας Μητροπόλεως Αλεξανδρουπόλεως τον  Γερβάσιος (κατά κόσμον Γεώργιος) Σαρασίτης, μέχρι τότε Μητροπολίτη Άγκυρας.

 Ο Μητροπολίτης Γερβάσιος Σαρασίτης με τα άμφιά του έξω από τον Μητροπολιτικό Ναό της πόλης.

Η ζωή του πριν την άφιξή του στην Αλεξανδρούπολη

Λίγα λόγια για τη ζωή του, πριν την άφιξή του στην Αλεξανδρούπολη.
Γεννήθηκε στην Αργυρούπολη του Πόντου την 1η Ιανουαρίου του 1867 και υπήρξε ο τελευταίος γόνος της μεγάλης και σημαντικής οικογένειας του Πόντου των Σαρασιδαίων. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στο Φροντιστήριο Τραπεζούντας το 1886, εισήχθη με υποτροφία στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπου  έλαβε ανωτέρα μόρφωση,  αντάξια του ονόματος που έφερε. Στη συνέχεια διετέλεσε διευθυντής στο Φροντιστήριο της Αργυρούπολης, στην Αμισό, υπήρξε βοηθός του Επισκόπου Καισαρείας και δίδαξε εκεί ως Σχολάρχης.
Το 1901 ευρισκόμενος στην Αμισό (Σαμψούντα) συνελήφθη από τους Τούρκους, με την κατηγορία ότι προπαγάνδιζε υπέρ της Ελλάδας αλλά σύντομα όμως, με την παρέμβαση ενός προκρίτου της Αμισού αφέθηκε ελεύθερος.
Τον Ιουλίου του ιδίου έτους εξελέγη Επίσκοπος Νανζιανζού και τον Νοέμβριο του 1902 Μητροπολίτης στη νεοσυσταθείσα τότε Μητρόπολη Ροδοπόλεως, όπου άσκησε τα καθήκοντά του κάτω από  ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες  λόγω του  προβλήματος  των Εξαρχιών που είχε δημιουργήσει αναστάτωση στις περιοχές του Πόντου. Στη Μητρόπολη Ροδοπόλεως μερίμνησε ιδιαίτερα για τα σχολεία και τη μόρφωση των παιδιών και των νέων και εισήγαγε το θεσμό των επιθεωρητών στα σχολεία, ενώ εγκαινίασε και αρκετούς ναούς.
Μετά τέσσερα χρόνια κλήθηκε να υπηρετήσει στη Μητρόπολη Κορυτσάς, η οποία χήρευε λόγω της δολοφονίας του μητροπολίτη της Φωτίου Καλπίδη, όπου όμως  είχε να αντιμετωπίσει τον άγριο πόλεμο Ρουμάνων και Βουλγάρων εναντίον του. Έτσι το Πατριαρχείο τον μετέθεσε στην Άγκυρα, όπου  οι Τούρκοι τον κατηγόρησαν ότι προπαγανδίζει υπέρ της Ελλάδας και τον κατεδίωκαν. Η ζωή του διέτρεχε μεγάλο κίνδυνο και για τον λόγο αυτό για ένα διάστημα απομακρύνθηκε από την Μητρόπολη Αγκύρας και υπηρέτησε ως συνοδικός στο Πατριαρχείο. 



 Ο Βουλγαρικός Ναός των Αγίων Κυρίλου και Μεθοδίου, τον οποίο μετά την απελευθέρωση της πόλης ο Μητροπολίτης Γςερβάσιος ενέταξε στην Ορθόδοξο Εκκλησία με την ονομασία του Αγίου Ελευθερίου.

Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως

Στην περίοδο αυτή, περί τα τέλη του 1922, επιλέγεται να αναλάβει να οργανώσει την νεοσύστατη τότε Μητρόπολη Αλεξανδρουπόλεως κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Διότι είχε να αντιμετωπίσει από τη μία  το πρόβλημα των χιλιάδων κατοίκων, που κατά τη διάρκεια της Βουλγαρικής κατοχής είχαν εγκαταλείψει την πόλη και τώρα, μετά την απελευθέρωση, επέστρεφαν και προσπαθούσαν να στήσουν εκ νέου το σπιτικό τους και από την άλλη την άφιξη χιλιάδων προσφύγων από την Ανατολική Θράκη, αλλά και την Μικρά Ασία και τον Πόντο., που κατέκλυζαν την πόλη.
Πέρα από τα ποιμαντικά του καθήκοντα και το προσφυγικό πρόβλημα που είχε, ως μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος Δεδέαγατς, που ψηφίστηκε από τη Γενική Συνέλευση των Αντιπροσώπων στις 8 Ιουλίου 1912 επί μητροπολίτη Αίνου Ιωακείμ, έπρεπε να οργανώσει τις Δημογεροντίες και να συμμετέχει στις Εφορίες των Σχολών. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με αυτόν τον κανονισμό η κοινότητα διοικείτο από τα Σωματεία, της Αντιπροσωπείας της Δημογεροντίας, της Εφορίας των Σχολών, της Επιτροπής του Νεκροταφείου και της Επιτροπής του Ελέους και διαιρείτο σε τρείς περιφέρειες ή τμήματα, στην περιφέρεια Μητροπόλεως, Φάρου και Διοικητηρίου. Αρχηγός της κοινότητας ήταν ο εκάστοτε Mμητροπολίτης που αποτελούσε και  τον ανώτερο Επόπτη της κοινότητας και αυτοδικαίως Πρόεδρο των Σωματείων της.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο Γερβάσιος την ημέρα των Χριστουγέννων του 1922, αφού εκκλησιάσθηκε στον Πατριαρχικό Ναό, αποχαιρέτησε τον Οικουμενικό Πατριάρχη Μελέτιο και στις  28 Δεκεμβρίου 1922 αναχώρησε ατμοπλοικώς για την Αλεξανδρούπολη, συνοδευόμενος από υπάλληλο της Αγγλικής Αρμοστείας Κωνσταντινουπόλεως και τον απεσταλμένο του Πατριαρχείου Χρυσόστομο, για προστασία και ασφάλεια. Στην νέα του μητρόπολη έτυχε μεγάλης υποδοχής από το ποίμνιο του και έσπευσε να ενημερώσει το Πατριαρχείο για την άφιξή του.

31 Ιανουαρίου 1925.  Λίγο πριν την άφθιξη του εξόριστου Οικουμενικού Πατριάρχου Κωνσταντίνου ΣΤ΄ στον Ανατολικό Σιδηροδρομικό Σταθμό της πόλης, για τον οποίο ο Μητροπιολίτης Γερβάσιος επεφύλαξε μεγαλειώδη υποδοχή.

Το έργο του 
 
Η Αλεξανδρούπολη, με την άφιξη του μητροπολίτη Γερβασίου στα τέλη του 1922, βρήκε στο πρόσωπό του έναν εμψυχωτή, παρήγορο, δραστήριο και εύσπλαχνο ποιμενάρχη, που είχε ως βασικό του σκοπό το μεγάλο πατρικό του ενδιαφέρον, την ευεργεσία και την εθνικοχριστιανική διαπαιδαγώγηση του ποιμνίου του. Πιστός στις αρχές και τις οικογενειακές του παραδόσεις, δεν περιορίστηκε στα καθαρά εκκλησιαστικά του καθήκοντα, αλλά επέκτεινε την ευεργετική του δράση σε πολλούς τομείς της τοπικής κοινότητας. Η προσπάθεια να ανακουφίσει το ταλαιπωρημένο ποίμνιό του αναγνωρίστηκε από προσωπικότητες και άρθρα εφημερίδων της εποχής, όπως η εφημερίδα «Δυτική Θράκη» που υπό τον τίτλο Γερβάσιος Σαρασίτης αναφέρει ότι ο πρώην νομάρχης Έβρου Καλογερόπουλος, τον χαρακτήριζε ως «τέλειον τύπον και υπογραμμόν αληθούς Χριστιανού, αγνόν Έλληνα πατριώτην, δραστήριον, ενεργητικώτατον και πρόθυμον εκ των πρώτων εις πάσαν εθνικοχριστιανικήν υπόθεσιν, αθόρυβον και άνευ επιδείξεων, τέλειον άνθρωπον».
Και σε άλλο σημείο διαβάζομε: «…Απήλαυσε της γενικής εκτιμήσεως και περιβάλλετο υπό της αγάπης και σεβασμού του ποιμνίου αυτού ως ανήρ αυστηρών ηθικών αρχών, καλοκάγαθος και ευσπλαχνικός, τύπος και υπογραμμός καλού πρωθιεράρχου. Οργών προς παν αγαθόν, πρωτοστατών εις όλα τα έργα ευποιϊας συνεπλήρωνεν εξ’ ιδίων τα ελλείποντα. Αποβλέψας από της αφίξεως του εις την θρησκευτικήν διαπαιδαγώγησιν του ποιμνίου του ωμίλει συνεχώς προς το ευλαβώς ακροώμενον αυτού εκκλησίασμα και ο λόγος αυτού ήτο πλήρης βαθειών εννοιών, ο βίος αυτού ήτο μεστός θρησκευτικής, κοινωνικής και εθνικής δράσεως εις την τουρκοκρατούμενην πατρίδα του, καίτοι πράος και ήρεμος από χαρακτήρος δεν εδίστασεν όπως προτάξη θερραλέα τα στήθη υπέρ του, διακινδυνεύσαντος ποιμνίου του κατά το κίνημα του Κεμάλ, έτοιμος όπως περιβληθή τον του μαρτυρίου στέφανον. Η ιστορία του κατά την δεκατετραετίαν, καθ’ ην παρέμεινεν ενταύθα, είναι αυτή αύτη η ιστορία της φιλανθρωπικής κινήσεως της πολεώς μας, ην διηύθυνε παραινών, νουθετών ενθαρρύνων και ζωντανεύων το υπέρ των δυστυχούντων ενδιαφέρον, οσάκις εν είχε να προσφέρη εξ’ ιδίων μηδέποτε προφθάσας να αποκτήση περιουσίαν». 


 31 Ιανουαρίου 1925. Από την άφιξη του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντίνου ΣΤ΄ στην Αλεξανδρούπολη και την υποδοχή του από τον Δήμαρχο και τους επισήμους της πόλης.

Επίσης, ως γνήσιος πόντιος ιεράρχης, μη λησμονώντας την ποντιακή του καταγωγή, επιδίδεται σε μια σειρά από ενέργειες που αφορούσαν την διάσωση του ποντιακού Ελληνισμού. Γράφοντας στον Θεοφύλακτο Θ. στις 29 Μαρτίου και στις 23 Απριλίου 1927 σχετικά με το έργο Λαογραφίας του Πόντου(απευθυνόμενος στην προσπάθεια ίδρυσης του Αρχείου Πόντου), αναφέρει πως κάθε πατριώτης όφειλε να υποστηρίξει το έργο αυτό και παρόλο που ο ίδιος ήταν φτωχός, σκεφτόταν να διαθέσει ό,τι κονδύλιο θα λάμβανε  από την αποζημίωση της πατρικής του περιουσίας στην Αργυρούπολη, την οποία εκτιμούσε περίπου στις 140 Τουρκικές χρυσές λίρες. Καταλήγει, λέγοντας «Ημείς απεθάνομεν δια τον αεί Πόντον, δεν οφείλομεν όμως να συγχωρήσωμεν τον θάνατον δια τους αοιδίμους Πατέρας, οίτινες όντως εθυσίασαν και πλούτη και ιδεολογίαν υπέρ της Πανελληνίου Ζωής, Δόξης και Ελευθερίας...»
Πληροφορηθείς τον Γενάρη του 1925  την απέλαση του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντίνου ΣΤ ́, και με αφορμή της διέλευσης της αμαξοστοιχίας που θα  μετέφερε τον Οικουμενικό Πατριάρχη από την Αλεξανδρούπολη ανέλαβε να διοργανώσει μεγαλειώδη τελετή υποδοχής και να τον φιλοξενήσει κατά την ολιγοήμερη παραμονή του στην Αλεξανδρούπολη. Και  ως προεδρεύων της Εφοροδημογεροντίας, πήρε μια σειρά από αποφάσεις στη γενική συνέλευση σχετικές με την υποδοχή και φιλοξενία του Πατριάρχη στη μητρόπολη. Ανέλαβε την  προϋπάντηση του Πατριάρχη  στον Ανατολικό Σταθμό μαζί με τη Δημογεροντία, τον Δήμαρχο Κ. Αλτιναλμάζη, εκπροσώπους όλων των Θρησκειών και δογμάτων, μαζί με όλα τα Σωματεία και τις Οργανώσεις της πόλης με τα λάβαρά τους. Στην πλατεία της μητροπόλεως, τον υποδέχτηκαν οι Διευθυντές των σχολείων, γυμνασίου, διδασκαλείου και δημοτικού και ο μητροπολιτικός ναός είχε φωταγωγηθεί και  ηχούσαν οι καμπάνες από τις 12μ.μ.. Οι κληρικοί, ενδεδυμένοι, βρισκόντουσαν στον νάρθηκα του ναού κρατώντας την εικόνα του Αγίου Νικολάου. Προσκάλεσε και παρευρέθησαν στην υποδοχή οι μητροπολίτες Ξάνθης Πολύκαρπος και Σερρών Κωνσταντίνος καθώς και ο Γενικός Διοικητής Θράκης και δημοσιογράφοι από τη Θεσσαλονίκη.
Ως Μητροπολίτης υποστήριξε τα φιλανθρωπικά, μορφωτικά και αθλητικά σωματεία της πόλης και υπήρξε σε πολλά από αυτά πρόεδρος ή επίτιμος πρόεδρος. Ως μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως διετέλεσε μέλος της Δ.Ι.Σ.  της Ελλαδικής Εκκλησίας κατά τα έτη 1929-1930.


 Θεοφάνεια του 1933. Επιστροφή στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου μετά τον Αγιασμό των υδάτων με τον Μητροπολίτη Γερβάσιο και τον Δήμαρχο της πόλης Κωνσταντίνου Αλτιναλμάζη στο κέντρο της πομπής.

Επιστολές και δημοσιεύσεις του Γερβάσιου Σαρασίτη

Ο Γερβάσιος είχε λάβει ανώτερη θεολογική μόρφωση και η διατριβή του, ως απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης είχε τίτλο «Ότι γνήσιαι αι ποιμαντικαί επιστολαί του Αποστόλου Παύλου», ενώ κατά τα έτη της ποιμαντορίας του στις μητροπόλεις Ροδοπόλεως, Αγκύρας και Αλεξανδρουπόλεως άφησε παρακαταθήκη πολλές μελέτες του. Στο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται «Σκέψεις περί της αγαμίας του Κλήρου εν τη Ορθοδόξω Ανατολική Εκκλησία» το 1915, «Επαρχία Ροδοπόλεως» στον τόμο 6 του Αρχείου Πόντου το 1935 και το έργο του «Αντιχιλιαστικά» το 1931. Δημοσίευσε πολλά  άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής του, όπως «Παράφρασις ερμηνευτική υπό το πνεύμα της ορθοδόξου πίστεως και συμφώνως ταίς Αγίαις Γραφαίς» στο ημερολόγιο «Αυγή του Πόντου» το 1905, «Βιογραφικόν σημείωμα περί του Αποστόλου Παύλου», στο ημερολόγιο «Ηχώ του Πόντου» το 1901, κρίσεις περί «Δικανικής αγωγής της κοινωνίας», στην εφημερίδα «Μακεδονία» το 1925, «Ας συντονίσωμεν όλοι τας εθνικάς προσπαθείας» εφημερίδα «Πατρίς» το 1930.  Ως μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως υπέβαλε το 1929 «Υπόμνημα προς την Μεγάλην Σύνοδον της Ιεραρχίας της Ελλάδος περί των απασχολητέων την Εκκλησίαν κυριωτέρων ζητημάτων». Συγχρόνως τον απασχόλησαν και γενικότερου ενδιαφέροντος ζητήματα όπως η παγκόσμια ειρήνη, καθώς και το γλωσσικό ζήτημα καθότι υπήρξε υπέρμαχος της καθαρεύουσας και αντίθετος στη χρήση της δημοτικής γλώσσας.
Το έργο του Γερβάσιου δεν περιορίστηκε στο συγγραφικό. Εξειδίκευσε το εκκλησιαστικό ζήτημα με το εμπεριστατωμένο υπόμνημα που φέρει ημερομηνία 3 Νοεμβρίου 1929 προς την Σύνοδο της Ιεραρχίας της Ελλάδος. Στο υπόμνημα επισημαίνονται ως κύρια ζητήματα μεταξύ των άλλων και τα εξής:


 Ο Μητροπολίτης Αλεξανδρουοπόλεως Γερβάσιος Σαρασίτης.

Περί του θεσμού Ιεροκηρύκων,  περί ενοποιήσεως και αναβαθμίσεως των Ιερατικών Σχολών, περί ιδρύσεως  εκκλησιαστικής μουσικής σχολής, περί Εκκλησιαστικής Εποπτείας, στην αρμοδιότητα της οποίας εκτός των άλλων θα πρέπει να εμπίπτουν η επίβλεψη των ιερών αμφίων, των σκευών και των λοιπών αντικειμένων της Θείας Λατρείας και εικόνων, καθώς και οι σχέσεις μεταξύ των πρεσβυτέρων προς αποφυγή συγκρούσεων,  περί της χρήσης και έκδοσης των εκκλησιαστικών βιβλίων, μουσικών και αναγνωστικών, περί διαρρύθμισης και απλοποίησης του μοναχικού συστήματος, περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας, περί της παγκόσμιας ειρήνης και πολλών άλλων θεμάτων που απασχολούσαν την εποχή εκείνη την Εκκλησία.
Μέσω της εφημερίδας «Ελεύθερο Βήμα» και με άρθρο του που φέρει ημερομηνία 27 Απριλίου 1920, δε διστάζει να πάρει θέση σε ένα πολύ σοβαρό ζήτημα που απασχολούσε την εποχή του, το γλωσσικό, καθ’ όσον υπήρξε υπέρμαχος της καθαρεύουσας. Επίσης αναγνωρίζει ότι το οικονομικό ζήτημα της χώρας υπήρξε ανέκαθεν μεγάλο και ακανθώδες και παρ΄ όλο ότι κατεβλήθη προσπάθεια από πολλούς για την επίλυσή του, όντας όμως φτωχοί προς τις αναγκαίες μεθόδους και επιλύσεις, δεν κατέστη δυνατό να επιλυθεί. Χαρακτηρίζει τον Ελευθέριο Βενιζέλο, πατριώτη, του οποίου η γνώμη είχε κύρος και αυθεντία και θα έπρεπε να του εμπιστευτούν την επίλυση του οικονομικού ζητήματος. Δείχνοντας την εμπιστοσύνη του στο πρόσωπο του Ελευθερίου Βενιζέλου, σχολιάζει και λέει, «Ο τοσούτον αγαπήσας και αγαπών την  Ελληνικήν Πατρίδα Κυβερνήτης, δεν θα καθυστερήση βεβαίως και εκ την οφειλομένην αγάπην της Εκκλησίας».

Ο Θάνατός του


 Το μνήμα του Μητροπολίτη Γερβασίου Σαρασίτη δίπλα στον Ιερό Ναό του Αγίου Ελευθερίου στην ανατολική πλευρά της πόλης.

Στις 31 Μαΐου 1934 και ώρα 5:30 π.μ. ο μητροπολίτης Γερβάσιος απεβίωσε σε ηλικία 67 ετών. Σύμφωνα με την επιστολή του τοποτηρητή της μητρόπολης πατέρα Ιωάννη Χαλκίδη προς την Ι.Σ., κανείς δεν βρισκόταν την ώρα εκείνη κοντά του και η αιτία του θανάτου ήταν συγκοπή. Αμέσως μετά την γνωστοποίηση του θανάτου  η πόλη πήρε πένθιμη μορφή, καταστήματα και σχολεία έμειναν κλειστά, ενώ οι σημαίες έπνεαν μεσίστιες. Οι καμπάνες ηχούσαν πένθιμα και ο λαός κατευθύνονταν στον ιερό ναό του Αγίου Νικολάου να ασπαστεί την δεξιά του αγαπημένου της ποιμενάρχη.
Το σκήνωμα του αοίδιμου ποιμενάρχη τέθηκε προς προσκύνηση από τις 8:00 π.μ. της 31ηςΜαΐου έως και τις 10:00 π.μ. της επόμενης ημέρας, όπου και πραγματοποιήθηκε η εκφορά του. Καθ ́ όλη την διάρκεια της παραμονής του νεκρού στον ιερό ναό, καθ’ υπόδειξη του τοποτηρητή της μητρόπολης, οι ιερείς της επαρχίας έψαλλαν δεήσεις για την ανάπαυση της ψυχής του.
Οι προσκεκλημένοι μητροπολίτες Μαρωνείας, Ξάνθης και Δράμας κατέφθασαν στην Αλεξανδρούπολη το απόγευμα της 31ηςΜαΐου και κατευθύνθηκαν στον μητροπολιτικό ναό προς τέλεση τρισάγιου για τον εκλιπόντα ιεράρχη.
Αφού τακτοποιήθηκαν και οι τελευταίες λεπτομέρειες, ο Γερβάσιος κηδεύτηκε την 1η Ιουνίου, με όλες τις τιμές που άρμοζαν στη θέση που κατείχε, αλλά και με εκδηλώσεις στοργής από το ποίμνιο.
Στην εξόδιο ακολουθία, παραβρέθηκαν εκτός από τους προσκεκλημένους μητροπολίτες, και όλους τους εφημέριους της περιοχής, όλες οι πολιτικές, στρατιωτικές, ναυτικές και δικαστικές αρχές της πόλης, οι διπλωματικοί αντιπρόσωποι των ξένων κρατών, οι θρησκευτικοί αρχηγοί άλλων δογμάτων, τα προεδρεία των μειονοτικών κοινοτήτων, τα διοικητικά συμβούλια των φιλανθρωπικών και άλλων Σωματείων και οργανώσεων, καθώς και σύσσωμοι οι κάτοικοι της πόλης και των περιχώρων με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, οι οποίοι συνόδευσαν τον μητροπολίτη στην τελευταία του κατοικία. Μαθητές και μαθήτριες των σχολών της πόλης παρατάχθηκαν στο προαύλιο του ναού του Αγίου Νικολάου. Η εκδήλωση αγάπης ήταν τόση, ώστε να κατακλειστεί από τον λαό ο ναός, ο περίβολός του, καθώς και οι γύρο δρόμοι.
.

 Η προτομή του Μητροπολίτη Αλερξανδρουπόλεως Γερβασίου Σαρασίτη στον αυλόγυρο της Μητροπόλεως Αλεξανδρουπόλεως.

Κατατέθηκαν πάνω 50 στεφάνια εκ μέρους αρχών, σωματείων και ιδιωτών, ενώ διμοιρία του στρατού απέδωσε τιμές ανάλογες με στρατηγού εν ενεργεία.
Οι επικήδειοι εκφωνήθηκαν από τον μητροπολίτη Ξάνθης και τον δήμαρχο Αλεξανδρουπόλεως.
Ο μητροπολίτης Ξάνθης Πολύκαρπος, πόντιος και αυτός στην καταγωγή, συνδεόταν στενά με τον Γερβάσιο, ήταν φίλοι και συμμαθητές στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και συνεργάτες και συναγωνιστές σε κάθε χριστιανικό και πατριωτικό έργο που αφορούσε την υπόδουλη Ελλάδα. Στον επικήδειό, αναφέρθηκε στο βίο του αοίδιμου ποιμενάρχη αλλά και στη δράση του, θρησκευτική, κοινωνική και εθνική, αποκαλώντας τον φωτεινό αστέρα της ελληνικής εκκλησίας.
Ο δήμαρχος Κωνσταντίνος Αλτιναλμάζης εξήρε το έργο του Γερβασίου στο επίπεδο της φιλανθρωπίας, της παιδείας, των εθνικών αγώνων και τον χαρακτήρισε εκπρόσωπο της ανθρώπινης αρετής και θείας καλοσύνης. Ακολούθως, μετά τη νεκρώσιμη ακολουθία και τους επικήδειους λόγους, πραγματοποιήθηκε η εκφορά του νεκρού, συνοδεία μουσικής του δήμου, 20 ιερέων, 3 μητροπολιτών και όλων των επισήμων.
Ο Γερβάσιος τάφηκε την 1η Ιουνίου και ώρα 5:00 μ.μ. στον περίβολο του παλιού ιερού ναού Αγίου Ελευθερίου κατά παραχώρηση των αρχών, εκπληρώνοντας έτσι την επιθυμία του αείμνηστου ιεράρχη, αλλά και των συγγενών του.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Φώτιος πληροφορηθείς τον θάνατό του εξέφρασε τη λύπη του και δήλωσε: «Ο αοίδιμος, τύπος και υπογραμμός γενόμενος των πιστών εν ευσεβεία, χρηστότητι και φιλογενεία, εν αφοσιώσει δε και ζηλωτώς επί μακρά έτη διακονήσας τη Αγία Εκκλησία και τοις συμφέρουσιν Αυτής, καταλείπει μνήμην αγαθήν και αγήρω. Ο Κύριος κατατάξαι την ψυχήν αυτού εν σκηναίς δικαίων»
Δεκαέξι έτη μετά το θάνατο του Γερβασίου, στις 4 Ιουνίου 1950, και μετά το μνημόσυνό του, έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του και η τοποθέτηση τους σε λάρνακα εντός μαρμάρινου τάφου, στον αυλόγυρο του ιερού ναού Αγίου Ελευθερίου, για την κατασκευή της οποίας συνεισέφεραν Αλεξανδρουπολίτες αλλά και ο Δήμος Αλεξανδρουπόλεως. 


Από την τέλεση Αρχιερατικού Μνημοσύνου από τον νυν  Μητροπολίτη Αλερξανδρουπόλεως Άνθιμο την 1η Ιουνίου 2012, στον τάφο τοτυ Μακαριστού Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως   Γερβασίου Σαρασίτη.


 
 Πέθανε πολύ  φτωχός

Δεν κατέλειπε περιουσία, αφού ο ίδιος φρόντιζε
να καλύψει κάθε ανάγκη που προέκυπτε στην επαρχία του εξ ιδίων. Εισέπραττε μεγάλη ευχαρίστηση κάθε φορά που προσέφερε σε έργα φιλανθρωπίας, ήταν εγκρατής και λιτός. Συντηρούσε με ίδια χρήματα υπότροφους σε εκπαιδευτήρια και γινόταν αρωγός σε ανθρωπιστικά και κοινωφελή έργα. Έλεγε πως το χρήμα είχε προορισμό τη θεραπεία των κοινωνικών αναγκών γι’ αυτό και το διέθετε σε αγαθοεργίες. Έφυγε φτωχός από τον κόσμο αυτό, όπως φτωχός ήρθε από την πατρίδα του τον Πόντο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ανιδιοτέλειας του μητροπολίτη Γερβάσιου αποτελεί η μη εύρεση χρημάτων, από τον τοποτηρητή της μητρόπολης Ιωάννη Χαλκίδη, για την τέλεση της κηδείας του. Ο τελευταίος χρειάστηκε να προβεί σε δανεισμό από την ενοριακή επιτροπή του Αγίου Νικολάου, αφού τα μόνα χρήματα που βρέθηκαν κοντά στο μητροπολίτη, ήταν 600 δραχμές, ενώ η κηδεία του κόστισε 7.820 δραχμές. Για την εξόφληση του δανείου, ζήτησε από την Ι.Σ. να του αποσταλεί ο μισθός του Γερβασίου του μηνός Μαΐου που δεν είχε εισπραχτεί από τον αποδημήσαντα Μητροπολίτη..
Ο Γερβάσιος τιμήθηκε με το Τουρκικό Μετζητιέ τρίτης τάξεως. Τιμής ένεκεν, και ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, τοποθετήθηκε η προτομή του, όπως και όλων των διατελεσάντων αρχιερέων της μητρόπολης Αλεξανδρουπόλεως, παραπλεύρως του της μητρόπολης Αλεξανδρουπόλεως.

Τον αποβιώσαντα Μητροπολίτη Γερβάσιο αντικατέστησε ο μέχρι τότε Μητροπολίτης Σουφλίου Ιωακείμ Καβύρης, ο οποίος στις 5 Ιουνίου 1934 εξελέγη Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως.

Πηγές:
1.- «Γερβάσιος Μητροπολίτης Αλεξανδρούπολης (1922-1934)»: Διπλωματική εργασία Δήμητρας Ιακειμίδη  (Θεσσαλονίκη 2019)
2.- «Ο Αη – Λευτέρης της Αλεξανδρούπολης – Από το ξύλο στην πέτρα»: Θανάσης Αποστολίδης (Κομοτηνή 1996).
3.-  «Προκτήτωρ Πόλις» : Θόδωρου Ορδουμποζάνη (Αλεξανδρούπολη 2006)
4,.- «Μητροπολίτες Αίνου – Τραϊανουπόλεως – Αλεξανδρουπόλεως»  - https://ordoumpozanis-teo.blogspot.com (27.10.1913)
5.- «Ο πρώτος Μητροπολίτη  Αλεξανδρούπολης Γερβάσιος Σαρασίτης» Ουρανία Πανταζή (Alexandroupoli Online – 26.1.2019)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου