ΟΡΚΩΜΟΣΙΑ ΤΩΝ ΘΡΑΚΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΣΤΗ ΜΟΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ & ΕΛΕΝΗΣ ΣΤΟ ΟΡΤΑΚΙΟΪ ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 1907Κείμενο Θόδωρου Ορδουμποζάνη
Μπορεί η Θράκη να ενσωματώθηκε στην Ελλάδα στις 14 Μαΐου 1920 με την είσοδο του Ελληνικού Στρατού (με τον Ζιμβρακάκη) στη Κομοτηνή και στο Δεδέαγατς (αποβίβαση του Ελληνικού στρατού υπό τον Μαζαράκη - Αινιάν), οι αγώνες όμως των Θρακών για την απελευθέρωσή τους από τους Τούρκους και την απαλλαγή τους από τους διωγμούς των Βουλγάρων Κομιτατζήδων είχαν αρχίσει πολλά χρόνια πριν. Άλλωστε είναι γνωστό σε αυτούς που μελετούν την ιστορία ότι η Θράκη συμμετείχε αποφασιστικά στον απελευθερωτικό αγώνα από τους Τούρκους του 1821, λόγω όμως της θέσεώς της υπέστη όλα τα δεινά της εξέγερσης και καθυστέρησε ένα αιώνα να γευθεί τον άνεμο της ελευθερίας, και αυτή κουτσουρεμένη και για ένα μόνο μέρος της περιοχής. Δυστυχώς η συμμετοχή των Θρακών στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 αλλά και οι μετέπειτα αγώνες τους για την απελευθέρωση της περιοχής δεν έχουν γίνει ευρύτερα γνωστοί. Δεν είναι ακόμα γνωστοί και εδώ στην ίδια τη Θράκη, όπου στα σχολεία τα παιδιά μαθαίνουν για τους αγώνες των «άλλων» Ελλήνων, αυτών της «παλιάς Ελλάδας» όπως αποκαλούσαν τις κάτω του Πηνειού περιοχές (Στερεά Ελλάδα και Πελοπόννησος)! Στα χρόνια του Θρακικού αγώνα πολλοί ήταν αυτοί που συνέβαλαν να κρατήσουν ζωντανό το όραμα και τη πίστη στον αγώνα απελευθέρωσης της, αλλά κανείς δεν αναφέρεται σ΄ αυτούς κάθε φορά που γιορτάζονται τα ελευθέρια της Θράκης, στις 14 Μαΐου. Έτσι με αφορμή τη 91η επέτειο της απελευθέρωσης της Θράκης, παρουσιάζεται ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός από τον αγώνα των κατοίκων της Θράκης για την απελευθέρωση της περιοχής. Αυτό της ορκωμοσίας των Θρακών αγωνιστών στη Μονή Κωνσταντίνου & Ελένης στο Ορτάκιοϊ (σημερινό Ivailovgrad της Βουλγαρίας) στις 23 Σεπτεμβρίου 1907. Αναμνηστική φωτογραφία Ελλήνων Προεστών, κατοίκων του Ορτάκιοϊ, κατά τη διάρκεια του αγώνα για την εκδίωξη των Βουλγάρων Κομιτατζήδων.
Από τις αρχές του 20ου αιώνα ο Θρακικός ελληνισμός είχε αναλάβει, με τις όποιες δυνάμεις είχε, ν΄ αντιμετωπίσει την Βουλγαρική διείσδυση στη Θράκη και να αποτρέψει τη κατάληψή της από αυτούς που επεδίωκαν τη έξοδό τους στο Αιγαίο. Στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη) πολύτιμη υπήρξε η συμβολή σ΄ αυτόν τον αγώνα του εκκλησιαστικού εκπροσώπου της πόλης Ιωακείμ καθώς και του Έλληνα υποπρόξενου Ίωνα Δραγούμη, του υπολοχαγού του Πυροβολικού Περικλή Βλάσση (Βάθης), του γιατρού Κρίτη (ο οποίος αμέσως μετά την απελευθέρωση της πόλης δώρισε στο Ελληνικό Δημόσιο το κτίριο του Διοικητηρίου – Νομαρχίας), των στελεχών της ελληνικής δημογεροντίας της πόλης αδελφών Φιμερέλη και των προκρίτων Δημ. Μαντσίδη, Αθ. Πελτέκη, Μιχ. Κανέτσου, Ιωάν. Μόλου, Στ. Κουταβέλη και Αργύρη Δαλαβέρα. Η συμβολή όμως του Δεδέαγατς στον αγώνα για την απελευθέρωση της Θράκης, συνίσταται στο ότι η πόλη εξελίχθηκε σε κεντρικό κόμβο παραλαβής όπλων και πολεμοφοδίων από την Ελλάδα και προώθησής τους προς την ενδοχώρα για τους αγωνιστές Θρακιώτες. Όλοι οι Έλληνες ναυτικοί και αλιείς, κάτοικοι αυτής της πόλης, με απόλυτη μυστικότητα και με κίνδυνοι ακόμα και της ίδιας της ζωής τους, συμμετείχαν στο έργο αυτό, δηλαδή στην παραλαβή του οπλισμού και άλλων εφοδίων που ερχόταν με απόλυτη μυστικότητα μέσω θαλάσσης και στη συνέχεια προώθησή τους προς Βορρά , χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τους Τούρκους αλλά και από τους Βουλγάρους κομιτατζήδες.
Το Ορτάκιοϊ μετά την οριστική προσάρτησή του στη Βουλγαρία το 1922 Πρωτεργάτης αυτού του Ελληνικού αγώνα ήταν ο επιλοχίας και μετέπειτα Πρωθυπουργός της Ελλάδος Γεώργιος Κονδύλης, ο οποίος έφθασε στη Θράκη το 1905 ως πράκτορας του εμπορικού οίκου Καμπά στην Αγαθούπολη και αργότερα (1906) ως δάσκαλος στο Σαμμάκοβο με το ψευδώνυμο Νικ. Ζάγκας. Κύριος στόχος του Κονδύλη ήταν η οργάνωση αντάρτικων σωμάτων Ελλήνων για να αντιμετωπίσουν τους κομιτατζήδες που τους ελληνικούς πληθυσμούς. Το έργο του Κονδύλη συνέχισαν με μεγάλη επιτυχία ο Στυλιανός Γονατάς, που υπηρέτησε ως γραφέας στο Ελληνικό Προξενείο Αδριανουπόλεως με το ψευδώνυμο Στέργιος Γρηγορίου και ο Π. Βλάσσης (με το ψευδώνυμο Βάθης) που δούλεψε στην ίδια διπλωματική αρχή.
Οι δύο αυτοί αξιωματικοί, σε συνεργασία με τον θρακιώτικο ελληνισμό ίδρυσαν φιλεκπαιδευτικούς συλλόγους στις κυριότερες πόλεις της Θράκης, συνέχισαν τον εξοπλισμό και την οργάνωση της αντίστασης του ελληνικού πληθυσμού και με τη συμπαράσταση των προκρίτων, ιερέων, δασκάλων και άλλων φωτισμένων Ελλήνων της περιοχής δημιούργησαν εθνικές επιτροπές στα σπουδαιότερα θρακικά κέντρα (Αδριανούπολη, Σαράντα Εκκλησιές, Σουφλί, Δεδέαγατς, Διδυμότειχο,. Ορτάκιοϊ, Κεσσάνη κ.λ.π.) και αναπτέρωσαν το φρόνιμα του τοπικού Ελληνικού πληθυσμού. Επίσης εφάρμοσαν οικονομικό αποκλεισμό στο βουλγαρικό εμπόριο σε μια προσπάθεια να αναχαίτισης της βουλγαρικής δράσης στη περιοχή.
Στυλιανός Γονατάς, Γεώργιος Κονδύλης και Παναγιώτης Κλείτος, τρεις Έλληνες αξιωματικοί που προσέφεραν πολλά στο αγώνα για την απελευθέρωση της Θράκης. Μαζί με τους Έλληνες προξένους, στους οποίους συγκαταλέγεται και ο υποπρόξενος του Δεδέαγατς Ευθ. Κανελλόπουλος και άλλους προύχοντες της περιοχής ο Γονατάς δούλεψε σκληρά για την εφαρμογή ενός προγράμματος εθνικής εργασίας και εν τέλει τον Δεκέμβριο του 1908 πέτυχε να γίνει αποδεκτό από το Ελληνικό υπουργείο εξωτερικών το κοινό πρόγραμμα που είχε εκπονήσει στη Θράκη. Στις αρχές του 1908, στα πλαίσια αυτού του προγράμματος, συντάχθηκε στην Αδριανούπολη ο κανονισμός εθνικής εργασίας μες την επωνυμία «Πανελλήνια Οργάνωσις» με βασικούς συντελεστές τους Γονατά, Ντάσο, Βλάσση και Κανελλόπουλο. Τη διεύθυνση της οργάνωσης θα είχε κεντρική επιτροπή («Αόρατον Κέντρον») με έδρα την Αθήνα, με τα Ελληνικά Προξενεία ως «Ανώτερα Κέντρα», με «Επιτροπές» στα διάφορα χωριά και τους ιδιώτες που θα συμμετείχαν ως «Αδελφοί».
Η Μονή Κωνσταντίνου και Ελένης, λίγο έξω από το Ορτάκιοϊ, όπου στις 23 Σεπτεβρίου 1907 έγινε η ορκομωσία των Θρακών αγωνιστγών που συμμετείχαν στη "Πανελλήνια Οργάνωση" για την απελευθέρωση της Θράκης.
Για να εξασφαλιστεί η στενή συνεργασία και γνωριμία μεταξύ των Επαναστατικών Πυρήνων που είχαν ιδρυθεί στα χωριά, τις κωμοπόλεις και τις πόλεις της Θράκης αλλά και για τον καλύτερο συντονισμό του αγώνα κατά των Βουλγάρων κομιτατζήδων, αποφασίσθηκε από τον Γονατά και τους συνεργάτες του να γίνει η πρώτη επαναστατική συγκέντρωση, στην οποία θα καλούσαν να παραστούν οι Πρόκριτοι και οι Επαναστατικοί Πυρήνες από όλη τη Θράκη. Και ως τόπος συγκρότησης αυτής της Επαναστατικής συγκέντρωσης επιλέχθηκε η Μονή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Ορτακιοϊ της περιφέρειας Αδριανουπόλεως, που απείχε 5,5 ώρες με άμαξα από την Αδριανούπολη. Και ως χρόνος ορίσθηκε η 23η Σεπτεμβρίου 1907, κατά την οποία η Μονή είχε μεγάλο πανηγύρι. Οκτώ με δέκα χιλιάδες Έλληνες έπαιρναν μέρος τη χρονιά εκείνη, σ΄ αυτή τη μεγάλη θρησκευτική γιορτή της περιοχής. Στα πλαίσια αυτού του πανηγυριού, πλήθος λαού κατασκήνωσε γύρω από το Μοναστήρι και μετά το πέρας της Θρησκευτικής Λιτανείας και την εκτέλεση των θρησκευτικών του καθηκόντων του γλεντούσε έξω από το Μοναστήρι με νταούλια και ζουρνάδες, ενώ συγχρόνως στο γύρω από τη Μονή χώρο ελάμβανε χώρα μεγάλη εμποροπανήγυρη. Παρόντες στη θρησκευτική αυτή γιορτή ήταν οι Έλληνες Αξιωματικοί Στυλιανός Γονατάς, Παναγιώτης Κλείτος και Π.Βλάσης, οι Μητροπολίτες Αδριανουπόλεως Πολύκαρπος, Σαράντα Εκκλησιών Αγαθάγγελος και Βιζύης Άνθιμος και όλοι οι Πρόκριτοι και οι Επαναστατικοί Πυρήνες των πόλεων και των χωριών της Θράκης. Όση ώρα έξω ο λαός διασκέδαζε υπό τους ήχους των τοπικών μουσικών οργάνων, όλοι οι «ταγμένοι» στον αγώνα, μέσα στο Μοναστήρι, πραγματοποίησαν ευρύτατη σύσκεψη, κατά την οποία ετέθησαν οι βάσεις της επαναστατικής οργάνωσης και δράσης των Θρακών ενάντια στους Βουλγάρους Κομιτατζήδες. Μετά το πέρας της σύσκεψης οι Πρόκριτοι και οι επικεφαλής των Επαναστατικών Πυρήνων γονάτισαν μπροστά στο Ιερό Βήμα του Ναού της Μονής και μέσα σε έντονη εθνική ατμόσφαιρα έδωσαν όρκο πίστης στον αγώνα για την απελευθέρωση της Θράκης υπό τις ευλογίες των παρισταμένων Μητροπολιτών.
Και ενώ γινόταν μέσα στη Μονή η ιστορική αυτή σύσκεψη και ορκωμοσία, Βούλγαροι κομιτατζήδες, θεώρησαν ύποπτη τη τόσο μεγάλη κοσμοσυρροή στο πανηγύρι και επιτέθηκαν κατά του συγκεντρωμένου πλήθους για να το διαλαύσουν. Οι Έλληνες όμως, με τις υποδείξεις των ως άνω Ελλήνων Αξιωματικών, είχαν λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα ασφαλείας γύρω από το Μοναστήρι και απέκρουσαν με όπλα που είχαν κρυμμένα τη Βουλγαρική επίθεση αναγκάζοντας τους Κομιτατζήδες, οι οποίοι αιφνιδιάστικαν από την αντίσταση των Ελλήνων, να τραπούν σε άτακτο φυγή.
Αναπαλαιωμένο Θρακιώτικο σπίτι στο Ορτάκιοϊ (σημερινό Ιβαϊλοβγκραντ) της Βουλγαρίας.
Πολύ αργότερα, όταν διέρρευσε στους Βουλγάρους η πληροφορία περί της σύσκεψης και ορκωμοσίας των Ελλήνων Θρακών αγωνιστών εντός της Μονής κατά τη διάρκεια του πανηγυριού, πολλοί από τους συμμετέχοντες υπέστησαν σκληρές διώξεις και κακοποιήσεις και όταν το Ορτάκιοϊ παραχωρήθηκε το 1913 στους Βουλγάρους πολλοί από τους συμμετέχοντες εκδιώχθηκαν ή αναγκάστηκαν να φύγουν ως πρόσφυγες για το Δεδέαγατς και άλλες πόλεις της Θράκης.
Ο Γονατάς επέστρεψε στην Αθήνα μετά από 18 μήνες παραμονής στη Θράκη, όπου επιδόθηκε με μεθοδικότητα και επιμονή στην οργάνωση των ανυπεράσπιστων Ελλήνων της Θράκης. Στη θέση του στο ελληνικό προξενείο της Αδριανούπολης τοποθετήθηκε ο λοχαγός Μηχανικού Σπηλιάδης Παναγιώτης, με μεγάλη πείρα, προερχόμενος από το Μοναστήρι, όπου είχε αναπτύξει μεγάλη εθνική δράση. Τη στρατιωτική καθοδήγηση του Θρακικού Αγώνα ανέλαβε από τις Σαράντα Εκκλησίες ο υπίλαρχος του Ελληνικού Στρατού Παναγιώτης Κλείτος.
Ο Γονατάς στην Αθήνα, ανέλαβε τη διεύθυνση του Θρακικού Τμήματος υπό τον γενικό διευθυντής της Οργάνωσης Παναγιώτη Δαγκλή, συνεχίζοντας να ενισχύει όπως μπορούσε το Θρακικό Ελληνισμό, για να αντιμετωπίσει τον Βουλγαρικό επεκτατισμό. Πύκνωσε τους πράκτορές του στη Θράκη, εντάθηκε ο κρυφός εξοπλισμός των Ελλήνων, γιατί και οι Βούλγαροι μοίραζαν οπλισμό στους δικούς τους. Για την μεταφορά των όπλων στην Τουρκία χρησιμοποιήθηκε τότε ένα παλαιό τορπιλοβόλο με κυβερνήτη τον ανθυποπλοίαρχο Δεμέστιχα. Ναυτικοί από τη Μαρώνεια, μεταφόρτωναν τα όπλα σε ψαροκάικα και τα ξεφόρτωναν στη Μάκρη έξω από την Αλεξανδρούπολη, όπου τα παρέλαβαν μυημένοι στον αγώνα και τα διοχέτευσαν στο εσωτερικό της Θράκης. Η «Πανελλήνιος Οργάνωσις» διαλύθηκε τον Αύγουστο του 1909, από την κυβέρνηση Δημητρίου Ράλλη. Όλοι οι αξιωματικοί ανακλήθηκαν και επέστρεψαν στις μονάδες τους. Και μια από τις πολλές δραματικές σελίδες της ιστορίας του απελευθερωτικού αγώνα της Θράκης έκλεισε. Για να ανοίξουν αμέσως άλλες εξίσου δραματικές και σημαντικές.
Βιβλιογραφία: Κωνσταντίνου Βακαλόπουλου: «Ιστορία του Βόρειου Ελληνισμού. Θράκη», έκδοση αφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1993. Αποστόλου Π. Ευθυμιάδη: «Η συμβολή της Θράκης στους απελευθερωτικούς αγώνες του έθνους από το 1361 έως το 1920», Αλεξανδρούπολη 2001. Στυλιανού Γονατά: «Απομνημονεύματα». Παντελή Σ. Αθανασιάδη: Νεώτερη Ελληνική Ιστορία , http://www.sitalkisking.blogspot.com. Και Νικολάου Στάγκου- Γεωργίου Σαλονικίδη : «Ο Θρακικός Αγών» Αρχείο Θρακικού και Λαογραφικού Θησαυρού τόμος 27ος.-
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφή